Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2014

Οι Έλληνες στη Διασπορά: Ουγγαρία, Ευαγγελία Τσαρουχά - Szàbo


Οι Έλληνες στη Διασπορά: Ουγγαρία
Ευαγγελία Τσαρουχά-Szàbo


Η πρώτη περίοδος

Η ελληνική παρουσία στην Ουγγαρία έχει βαθιές ρίζες μέσα στο χρόνο. Ωστόσο οι πρώτες μεγάλες νεοελληνικές εστίες, για τις οποίες έχουμε επαρκή και εξακριβωμένα στοιχεία, είναι αρκετά νεότερες: ανάγονται στα τέλη του 17ου αιώνα, όταν, μετά την εκδίωξη των Οθωμανών από τη Βούδα, το 1686, και τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1699), οι νέοι κυρίαρχοι, οι Αψβούργοι, άρχισαν να ενθαρρύνουν την εγκατάσταση στις ουγγρικές τους κτήσεις εποίκων από διάφορες βαλκανικές χώρες. Ανάμεσά τους και ελληνορθόδοξοι μετανάστες από τη Μακεδονία και την Ήπειρο, οι οποίοι ήταν ήδη σχετικά εξοικειωμένοι με το χώρο αυτόν, από τις προγενέστερες μετακινήσεις τους στην ευρύτερη βαλκανική περιφέρεια. Η μετακίνησή τους προς τις ουγγρικές πεδιάδες, την Τρανσυλβανία –και από εκεί προς την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη– ευνοήθηκε και από τις διακρατικές συμφωνίες που υπέγραψαν οι Αψβούργοι με τους Οθωμανούς, με πρώτη τη συνθήκη του Πασάροβιτς (1718), που περιείχε σαφείς όρους για την απρόσκοπτη διεξαγωγή του διαμετακομιστικού εμπορίου ανάμεσα στις δύο επικράτειες.
Προς τα μέσα λοιπόν του 18ου αιώνα είχαν ήδη διαμορφωθεί σημαντικές ελληνορθόδοξες (ελληνόφωνες και βλαχόφωνες) παροικίες σε αρκετές πόλεις της Ουγγαρίας. Τα μέλη τους ήταν κυρίως έμποροι και μεταπράτες. Γι’ αυτό και οι “κομπανίες” τους αποτέλεσαν τους πυρήνες των κοινοτήτων τους. Στα 1748 οι δέκα πλουσιότερες ελληνικές “κομπανίες” δραστηριοποιούνταν ήδη στις πόλεις Γκιούνγκιους, Έγκερ, Μίσκολτς, Τοκάι, Ντιοσέγκ, Βιλαγκοσβάρ, Εσίκ, Πέστη, Πιτερβάραντ (Πετροβαραντίνο) και Κέτσκεμετ.

Η εγκατάσταση των ορθόδοξων (Ελλήνων και Σέρβων) μεταναστών στις επαρχίες της καθολικής Αψβουργικής Αυτοκρατορίας δεν ήταν ούτε εύκολη ούτε απρόσκοπτη. Αρχικά οι κοινωνικές και θρησκευτικές διακρίσεις σε βάρος τους ήταν και συχνές και αρκετά ταπεινωτικές. Μόνο μετά τα μέσα του 18ου αιώνα οι Έλληνες και οι Σέρβοι θα αποσπάσουν από τους αψβούργους αυτοκράτορες την άδεια για την ανεμπόδιστη τέλεση των θρησκευτικών τους καθηκόντων και την ανέγερση δικών τους ναών. Αλλά η άδεια αυτή άρχισε να εφαρμόζεται ουσιαστικά μετά την έκδοση ειδικού περί ανεξιθρησκείας αυτοκρατορικού διατάγματος, το 1781. Το 1774 τους χορηγήθηκε το δικαίωμα της μόνιμης εγκατάστασης στην Ουγγαρία, εφόσον θα κατέθεταν όρκο αποδοχής της αψβουργικής υπηκοότητας, αλλά μόνο το 1790 είχαν τη δυνατότητα να αποκτούν ακίνητη περιουσία και να παίρνουν μέρος στη δημόσια ζωή της χώρας. Τα “προνόμια” αυτά απέδωσαν σύντομα τους καρπούς τους. Ώς το τέλος του αιώνα οι ελληνορθόδοξοι έποικοι (άλλοτε μόνοι και άλλοτε από κοινού με τους Σέρβους) οικοδόμησαν 35, συνολικά, εκκλησίες στην τότε βασιλική επικράτεια. Στα 1795 οι έλληνες πάροικοι (ελληνόφωνοι και βλαχόφωνοι) διέθεταν 17 ελληνόγλωσσα σχολεία (αργότερα αυξήθηκαν στα 25) και από το 1812 και ένα Ελληνικό Διδασκαλείο στην Πέστη. Μέσα σε λίγες, εξάλλου, δεκαετίες, οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν μονίμως στην Ουγγαρία, συσσώρευσαν σεβαστές περιουσίες. Μερικοί, μάλιστα, απέκτησαν τίτλους ευγενείας και υψηλά αξιώματα στη δημόσια ζωή, όπως π.χ. ο Κωνσταντίνος Τερζής, που έγινε το 1848 δήμαρχος της Πέστης και ο Ιωάννης Βοράρος, που προήχθη σε “πρώτο δικαστή” και διοικητή της πολιτοφυλακής. Άλλοι έγιναν ανώτατοι στρατιωτικοί αξιωματούχοι, αρχίατροι κ.λπ. Ελληνικής καταγωγής ήταν και ο πρώτος ορθόδοξος επίσκοπος της Βούδας, ο Διονύσιος Πόποβιτς, κατά κόσμον Δημήτριος Παπαγιαννούσης (1790-1828).

Επειδή για την ανέγερση των ναών τους οι ελληνορθόδοξοι μετανάστες χρησιμοποίησαν τοπικούς μηχανικούς και αρχιτέκτονες, η εξωτερική όψη τους δεν εμφανίζει τα γνωστά χαρακτηριστικά των βυζαντινότροπων ναών της ορθόδοξης Ανατολής. Τα εσωτερικά, όμως, των εκκλησιών, επειδή τα διαμόρφωσαν σέρβοι και έλληνες καλλιτέχνες, ακολουθούν πιστά τη μεταβυζαντινή εικονογραφική και ξυλογλυπτική παράδοση, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Από τους έλληνες καλλιτέχνες που εργάστηκαν στην Ουγγαρία, πιο γνωστοί ήταν οι Γεώργιος Ζωγράφος, Χριστόφορος Ζεφάρ και Θεόδωρος Σήμου, ενώ ο πιο φημισμένος στην κατασκευή ξυλογλυπτικών τέμπλων ήταν ο εγκατεστημένος στην πόλη Έγκερ, Νικόλαος Ιωάννου Ταληδόρος, από τη Νάξο.
Η ανέγερση των εκκλησιών και η διαμόρφωση των λεγόμενων “ελληνικών αυλών” γύρω από τους ναούς (όπου βρίσκονταν το σχολείο, το σπίτι του ιερέα και διδασκάλου, το γραφείο της “κομπανίας” και της κοινότητας, το ορφανοτροφείο και το πτωχοκομείο) γίνονταν με δαπάνες των Ελλήνων της αντίστοιχης πόλης. Η μεγαλύτερη εκκλησία και η μεγαλύτερη “ελληνική αυλή” χτίστηκαν στην πόλη Μίσκολτς. Οι Έλληνες του Μίσκολτς ήταν από τους πιο ευκατάστατους, καθώς φαίνεται και από τα διατηρημένα, ακόμα και σήμερα, κτίρια στο κέντρο της πόλης. Συνέβαλαν επίσης και στην οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της πόλης (όπως π.χ. στην οικοδόμηση του Εθνικού Θεάτρου του Μίσκολτς). Στην πρωτεύουσα, εξάλλου, του βασιλείου -την Πέστη- διαμόρφωσαν το αστικό κέντρο οι μικροαστοί, με τα καφενεία και τα καταστήματά τους και οι πλουσιότεροι με τα επιβλητικά τους μέγαρα. Μερικοί στόλισαν, επίσης, την πόλη με μνημεία και κοινωφελή έργα· πασίγνωστες για τις ευεργεσίες τους έγιναν οι οικογένειες Σίνα, Νάκου και Χαρίση.

Παράλληλα, οι Έλληνες της Ουγγαρίας ενίσχυσαν και τα γράμματα, αρχικά με την ίδρυση και τη στήριξη σχολείων και στη συνέχεια με τη συμβολή τους στην ανάπτυξη εκδοτικής δραστηριότητας (υπολογίζονται σε 100 τα ελληνικά βιβλία και έντυπα που εκδόθηκαν σε τυπογραφεία της Βούδας και Πέστης, με δαπάνες των εκεί ελλήνων μετοίκων).
Ανάμεσα στους έλληνες λογίους της χώρας ξεχώρισε ο πολυμαθής Γεώργιος Ζαβίρας, που συγκρότησε μία από τις πλουσιότερες ελληνικές βιβλιοθήκες της εποχής του.
Ο χρόνος και η πλήρης, σχεδόν, ανακοπή –μετά τα μέσα του 19ου αιώνα– του μεταναστευτικού ρεύματος από τις ελληνικές χώρες προς την Ουγγαρία οδήγησαν σταδιακά τις εκεί ελληνικές παροικίες στην αφομοίωση και την αναπόφευκτη συρρίκνωση. Παρόλα αυτά, ορισμένοι από τους απογόνους των πρώτων εκείνων ελλήνων μεταναστών, αν και έχασαν τη γλώσσα των προγόνων τους, διατήρησαν την ανάμνηση της καταγωγής τους, ακόμα και στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.

*Οι επισημάνσεις είναι δικές μας


~ Επίσης, διαβάστε:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.